διασείειν

διασείειν
διασείω
shake violently
fut inf act (attic epic)
διασείω
shake violently
pres inf act (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • καταράσσω — (AM, Α αττ. τ. καταράττω) μσν. αράζω αρχ. 1. σπάζω σε πολλά κομμάτια, κατασυντρίβω («ὁ παῑς ἐμπεσὼν κατήραξε τὴν κύλικα», Ιππών.) 2. καταβάλλω, κατανικώ («κατήραξε δ εἰς θάλατταν ἅπαντας», Δημοσθ.) 3. διαταράσσω («διασείειν καὶ καταράσσειν τὰ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”